Έπαρση (μέρος δεύτερο)

Τελευταία στιγμή, πάνω που οι Κένταυροι ετοιμάζονταν να σηκώσουν τις οπλές τους και να διαλύσουν τους απερίσκεπτους νέους, ένα τεράστιο βέλος τρύπησε το δέντρο που έριχνε απαλά τη σκιά του στους άμυαλους ταξιδιώτες. Οι κένταυροι σταμάτησαν μεμιάς και κοίταξαν με περιφρόνηση τους τρεις νέους άντρες. “Ώστε ο Χείρων σας προστατεύει… αλλά για πόσο;”, είπε ο πρώτος Κένταυρος και τους έριξε μία υποτιμητική ματιά πριν γυρίσει το αλογίσιο σώμα του και φύγει μαζί με τους υπόλοιπους προς άγνωστη κατεύθυνση.

Μέσα από τα πυκνά δέντρα του δάσους, ξεπρόβαλε μία μορφή μεγαλοπρεπής και επιβλητική. Οι ταξιδιώτες τα έχασαν. Ακόμη και ο Ύψης εντυπωσιάστηκε και χρειάστηκε να πάρει μια βαθιά ανάσα για να πιστέψει στα μάτια του. Ο Χείρωνας ήταν ένας αιώνια νέος Κένταυρος με τεράστιο ρωμαλέο σώμα. Το ζωώδες κάτω μέρος του, είχε την απόχρωση του χώματος και γυάλιζε σαν μετάξι. Το ανθρώπινο πάνω μέρος του, έμοιαζε με άγαλμα σε βαθμό που απορούσαν πως κάτι τόσο τέλειο μπορεί να κινείται. Τα μαλλιά του ήταν μακριά και μαύρα κι έπεφταν στους ώμους του σαν καυτή πίσσα.

Ο Χείρων τους κοίταζε με τα διαπεραστικά του μάτια καθώς κατευθυνόταν προς το μέρος τους. Όταν πλησίασε ο Κένταυρος, χρειάστηκε να σηκώσουν το κεφάλι τους ψηλά ώστε να τον βλέπουν. Τότε ο Ύψης συνειδητοποίησε για πρώτη φορά πόσο άδικο είχε που χλεύασε ένα τόσο υπέροχο πλάσμα. Η κατάπληξη του ήταν τόσο μεγάλη, που το στόμα του είχε μείνει ανοιχτό. “Αυτό το δάσος δεν ασφαλές για θνητούς”, είπε ο γιος του Κρόνου και η φωνή του διαπέρασε τον αέρα κι έφτασε στα αυτιά τους σαν βροντή. Παρόλο που ήταν πολύ μπάσα, η φωνή του ήταν πολύ ήρεμη. “Είμαι ο Ύψης”, είπε ο νέος “και από μικρός άκουγα ιστορίες για σένα”, συνέχισε. “Ήρθα να αποδείξω την αξία μου και να σε νικήσω στην τοξοβολία.”

“Χμμ..ώστε θες να αποδείξεις την αξία σου…και δεν φοβάσαι;”

“Είμαι ο καλύτερος τοξότης του κόσμου!” υπερηφανεύτηκε ο Ύψης.

“Του κόσμου λοιπόν…εσείς οι θνητοί έχετε μία περίεργη ιδέα για τον κόσμο…θα δεχτώ την πρόκλησή σου, υπό έναν όρο.”, ο Κένταυρος έσκυψε και πλησίασε το κεφάλι του στον νέο. “Θα διαλέξω εγώ το τόξο.”

Ο Ύψης βιάστηκε να απαντήσει.

“Δεκτό!”, είπε με αυτοπεποίθηση.

Αφού τους μετέφερε σε ένα ασφαλές μέρος, ο Χείρωνας τους καθησύχασε πως επιστρέφει σύντομα για να ξεκινήσει ο αγώνας. Όταν επέστρεψε φορούσε στην πλάτη τη θήκη με τα βέλη και κρατούσε το πιο όμορφο τόξο που είχε δει ποτέ ο Ύψης.

“Θα σε αφήσω να κάνεις εξάσκηση για λίγο και πριν νυχτώσει να είσαι έτοιμος.”

 

io

io

Articles: 19